Σάββατο 26 Μαΐου 2018

ΦΛΩ ΚΑΙ ΤΙΜΟΛΕΩΝ... στον ΙΑΝΟ - κ. ΤΑΣΟΥΛΑ ΤΣΙΛΙΜΕΝΗ


  • Πέμπτη 24 Μαΐου 2018, ώρα 19.00΄
  • Στο πάντα φιλόξενο και κατάμεστο Πατάρι του ΙΑΝΟΥ στην Αριστοτέλους
  • "ΦΛΩ ΚΑΙ ΤΙΜΟΛΕΩΝ. ΤΟ ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΦΩΚΙΑΣ", εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
  • Πρώτη επίσημη παρουσίαση. 
Το βιβλίο παρουσιάζει η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και συγγραφέας κ. Τασούλα Τσιλιμένη.
Δυναμική συμμετοχή και το Γ2 του 3ου Δημοτικού Σχολείου Θέρμης-Τριαδίου.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους!



















Φλω και Τιμολέων
Το κάλεσμα της φώκιας
                                                                                            Τσιλιμένη Τασούλα
Το βιβλίο Φλω και Τιμολέων, Το κάλεσμα της φώκιας, του Μερκούρη Αυτζή, αρχίζει με ένα σημείωμα του συγγραφέα που δίνει πληροφορίες στον αναγνώστη για το πώς γεννήθηκε η ιδέα αυτού του μυθιστορήματος για παιδιά. Η ιδέα αυτή χρειάστηκε χρόνια για να ωριμάσει και αν δεν προέκυπταν συγκεκριμένες συγκυρίες (ένα ταξίδι στο Λουξεμβούργο) ίσως ακόμη η ιδέα να παρέμεινε…ιδέα και στο συρτάρι του συγγραφέα. Εκεί στο Λουξεμβούργο ο συγγραφέας και φίλος μου Μερκούρης Αυτζής  εμπνεύστηκε τους δυο βασικούς ήρωες του βιβλίου του, τη Φλω, ένα 12χρονο κορίτσι και τον Τιμολέων, ένα αρσενικό φωκάκι. Το σημείωμα αυτό του συγγραφέα είναι χρήσιμο γιατί μας εξιστορεί την πορεία και την περιπέτεια συγγραφής του μυθιστορήματος. Μας εξομολογείται τα μυστικά της γραφής του ταυτόχρονα. Γράφει ο Μερκούρης ” το μυθιστόρημα δεν είναι ήρεμο ποταμάκι…μοιάζει με επιδέξιο χορευτή…που ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί…και είναι τόσο γρήγορος ο ρυθμός του που δυσκολεύεσαι να το ακολουθήσεις, μα μαγεύεσαι κιόλας από τις αρετές του, τις τεχνικές…».
Απαντά έτσι στην ερώτηση που συχνά τα παιδιά θέτουν σε έναν συγγραφέα «Πόσο χρόνο χρειάζεται να γραφτεί ένα βιβλίο».
Αλλά ας περάσουμε στην ιστορία εν συντομία.
 Η Φλω, ένα δωδεκάχρονο κορίτσι, περνά τις διακοπές του στη Φούρκα Χαλκιδικής μαζί με τον πατέρα της τον γιατρό Πέτρο Καλομοίρη και τον  Έρικ, τον ξάδερφό της, που είναι μικρότερός της. Μια μέρα αναπάντεχα θα βρεθεί μπροστά τους ένα τραυματισμένο φωκάκι που θα το βαφτίσουν Τιμολέων και για χατίρι του θα ταξιδέψουν στην Αλόννησο, όπου θα το περιθάλψουν και θα το βοηθήσουν να εγκλιματιστεί στο φυσικό του περιβάλλον. Γύρω από αυτούς τους χαρακτήρες περιστρέφονται πολλά άλλα πρόσωπα που αναδεικνύουν τους πρωταγωνιστές και εξυπηρετούν την πλοκή της ιστορίας. Στην Αλόννησο θα ζήσουν μια περιπέτεια με ... σύγχρονους πειρατές, κακοποιούς που εποφθαλμιούν θησαυρούς που βρίσκονται στο βυθό της θάλασσας και τις φώκιες. Εκεί ανάμεσά τους ο Έρικ θα συναντήσει τον Γερμανό πατέρα του που τους είχε εγκαταλείψει και ο οποίος όπως όλα δείχνουν, σχετίζεται με τη σπείρα των «πειρατών»/κακοποιών. Δυνατό σημείο και ανατροπή στην ιστορία είναι το κεφάλαιο που αφορά στο ρόλο του πατέρα του Έρικ. Όλα δείχνουν ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα των κακοποιών, μέχρι που θα αποκαλυφθεί η αλήθεια και η γενναιότητά του.
Το μυθιστόρημα του Αυτζή είναι ένα σύνολο ζωής και θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολλά σημεία του. Ανήκει στο κοινωνικό μυθιστόρημα αλλά και σε αυτό της περιπέτειας. Όμως στο πλαίσιο της παρουσίασής του θα περιοριστώ στο να επισημάνω κάποια στοιχεία που θεωρώ ότι αποδεικνύουν την σημαντικότητά του.
Ένα από αυτά είναι το είδος του αφηγητή και αφορά στην τεχνική της συγγραφής. Ο Μερκούρης Αυτζής επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση όμως με εναλλαγές προσώπων. Είναι γνωστό από τη θεωρία της λογοτεχνίας  ότι η πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχει έναν πιο άμεσο χαρακτήρα. Ο αφηγητής/πρωταγωνιστής εξιστορεί ο ίδιος τα γεγονότα, κάτω από την δική του οπτική, μιλάει άμεσα στον αναγνώστη και έτσι δημιουργείται ένα κλίμα οικειότητας μεταξύ αφηγητή και αναγνώστη. Ο αφηγητής γίνεται πιο πιστευτός και όλα μοιάζουν πιο αληθοφανή. Η Φλω λοιπόν είναι αυτή που ξεκινά να αφηγείται τα γεγονότα σε δέκα (10) κεφάλαια και στη συνέχεια δίνει τη σκυτάλη στον Έρικ, ο οποίος με τη σειρά του θα υπερασπιστεί τα πιστεύω του και τις εμμονές του. Η σκυτάλη του αφηγητή δε μένει στατική αλλά θα αλλάξει συχνά χέρια και άλλοτε θα αφηγείται η Φλω άλλοτε ο Έρικ, κάτι που κάνει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα την πλοκή.
Η σχέση της Φλω με τον Έρικ δεν είναι και η καλύτερη και η Φλω άλλο δεν κάνει παρά να τον υποβιβάζει και να αμφισβητεί όσα λέει. Η αλλαγή της οπτικής της αφήγησης στα 2 κεφάλαια μέσω του Έρικ, θα δώσει την ευκαιρία στον αναγνώστη να διαπιστώσει ότι όλα έχουν δυο όψεις και ότι κάθε ένας αξιολογεί και ερμηνεύει τα γεγονότα διαφορετικά. Αυτό ενισχύει την κριτική ικανότητα του αναγνώστη, και  μολονότι η Φλω δείχνει τόσο πειστική στις απόψεις της, αυτή η πειστικότητα θα διαταραχθεί στον αναγνώστη όταν ακούσει την άποψη του Έρικ. Προσωπικά θεωρώ ευρηματική αυτή την επιλογή του συγγραφέα για την εναλλαγή της φωνής και οπτικής του αφηγητή, καθώς ο αναγνώστης αποκτά και μια άλλη άποψη πιο διευρυμένη που θα τον βοηθήσει να πάρει θέση στα γεγονότα, στις πράξεις, στις συμπεριφορές και να διαπιστώσει ότι τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Μαζί του θα μάθει πρώτη η Φλω ότι ήταν λάθος η συμπεριφορά της απέναντι στον Έρικ. Και αυτό είναι επίσης ένα καλό παράδειγμα για τους αναγνώστες. Η λογοτεχνία μάς μαθαίνει, μέσω της αισθητικής απόλαυσης, να αναγνωρίζουμε τα λάθη μας, να διαχειριζόμαστε τον εγωκεντρισμό μας, να ακούμε, να στεκόμαστε με τη δέουσα επιφυλακτικότητα στις εύκολες και γρήγορες εκτιμήσεις και να αποδεχόμαστε και τις απόψεις του άλλου.
Η πλοκή του βιβλίου, καθώς η ιστορία εξελίσσεται, γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρουσα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα όχι απλά να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αλλά μετά το μέσο του βιβλίου, που ως είθισται  υπάρχει ίσως κάποια χαλάρωση, εδώ γίνεται πιο συναρπαστική με την ενσωμάτωση άλλων παράλληλων γεγονότων, με τα οποία εμπλέκεται ο πατέρας του Έρικ.
Η καλή λογοτεχνία εκτός των άλλων συχνά διευρύνει και τον ορίζοντα των γνώσεων των αναγνωστών, είτε είναι παιδιά είτε ενήλικες. Το μυθιστόρημα Φλω και Τιμολέων, όχι μόνο αποκαλύπτει την ομορφιά της φύσης, της θάλασσας, την αξία της φιλίας, τη φιλοζωία γενικά αλλά ξεναγεί τους αναγνώστες στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο της Αλοννήσου που  είναι το μεγαλύτερο Ευρωπαϊκό θαλάσσιο πάρκο και έτσι θα γνωρίσουν  τη φώκια Μονάχους Μονάχους που ζει εκεί.  
Είναι γνωστό ότι οι πληροφορίες αφομοιώνονται καλύτερα όταν συνδέονται με τον μύθο της ιστορίας, δια μέσω της αφήγησης δηλαδή. Ο συγγραφέας το γνωρίζει αυτό και ως έμπειρος δάσκαλος και συγγραφέας δένει τη γνώση με το story. Όσες επιπλέον πληροφορίες θεωρεί ότι είναι απαραίτητες για τα παιδιά τις παραθέτει στο τέλος του βιβλίου ως ανεξάρτητο μέρος. Εκεί ο αναγνώστης θα ενημερωθεί για το Θαλάσσιο πάρκο, το είδος της φώκιας μονάχους μονάχους,  τη Mom την εταιρεία για τη Μελέτη και προστασία της μεσογειακής φώκιας.
Η γλώσσα είναι απλή και κατανοητή και σύστοιχη με τον κάθε χαρακτήρα ώστε να αποκαλύπτεται, να γίνεται αναγνωρίσιμος και πιστευτός με τις πράξεις αλλά και με τα λόγια του.
Ο συγγραφέας με ρεαλιστικό τρόπο ξετυλίγει τις δομές της κοινωνίας και δε διστάζει, δια του αφηγήματός του, να «καταγγείλει» τους θεσμούς και τα όργανα εξουσίας που έχουν την ευθύνη, όπως στη σελίδα 125 που γίνονται σχόλια για το λιμενικό και το ρόλο του. Δε δίνει μονοδιάστατα τα θέματά του, έτσι όταν θα αναφερθεί στον εθελοντισμό και το νόημά του, δια στόματος του παππού και της γιαγιάς θα θέσει και τις δυο παραμέτρους. Ο μεν θα τον εκθειάζει ως μεγάλη εφεύρεση, η δε γιαγιά θα τον λέει απάτη (91).
Αξίες όπως η φιλία, η αλληλεγγύη (112) αναδεικνύονται αυθόρμητα χωρίς επιτήδευση.
Κλείνοντας θα ήθελα να αναφερθώ στο στοιχείο της διακειμενικότητας, που διαπερνά τις σελίδες του βιβλίου (δεν αναφέρομαι στους χαρακτήρες προηγούμενου βιβλίου του που τους ενσωματώνει εδώ) και  δίνει έναυσμα στα παιδιά, αλλά και στους εκπαιδευτικούς που θα επιλέξουν να ασχοληθούν με το συγκεκριμένο βιβλίο, να προχωρήσουν σε διασυνδέσεις και να αναζητήσουν, να γνωρίσουν π.χ. τη μουσική του Μ. Χατζηδάκι (Η μπαλάντα των αισθήσεων), στίχους του Ο. Ελύτη (Τα τζιτζίκια: 127), Χάρτινο το φεγγαράκι του Γκάτσου (127). Και φυσικά η αναφορά στον Αλ. Παπαδιαμάντη με ένα του απόσπασμα από το Μοιρολόγι της φώκιας (94). Η σημασία του εδώ είναι διπλή, καθώς τα παιδιά θα έρθουν σε επαφή με την Παπαδιαμαντική γλώσσα.
Ένας αφηγηματικός πλούτος είναι το μυθιστόρημα του Αυτζή, που με τη συγγραφική του ευρηματικότητα όχι απλά θα κεντρίσει το ενδιαφέρον των παιδιών. αλλά θα το κρατήσει αμείωτο ως την τελευταία σελίδα.