Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

ΓΙΑΣΜΙΝ - ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ, 14/10/2017

Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Για το βιβλίο μίλησε ο συγγραφέας και παρουσιαστής Χρήστος Δημόπουλος αλλά και ο ίδιος το συγγραφέας του.
Η εκδήλωση πλαισιώθηκε μουσικά από την χορωδία του 1ου Δημοτικού Σχολείου Μελισσίων, με την καθοδήγηση της δασκάλας μουσικής Μαρίας Τσικούρα.
Τα παιδιά είχαν τη δυνατότητα επίσης, να συμμετάσχουν σε ένα βιωματικό εργαστήρι με την εικονογράφο Ναταλία Καπατσούλια.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Ο κος Χρήστος Δημόπουλος απευθυνόμενος προς τους γονείς αναρωτήθηκε, «Μιλάμε στα παιδιά μας για πράγματα δυσάρεστα, για πράγματα που φοβόμαστε πως θα τα αναστατώσουν ή θα τα τραυματίσουν; Μιλάμε για την αρρώστια, για την απώλεια, για τον θάνατο; Μιλάμε για τον πόλεμο, για την προσφυγιά;» και απάντησε θετικά αλλά σημείωσε ιδιαίτερα τον τρόπο που θα το κάνουμε.
Ανέπτυξε τα επιχειρήματά του και κατέθεσε την εμπειρία του από τη μέχρι τώρα συγγραφική του δουλειά, την επαφή του με τα παιδιά και τους γονείς αλλά και από την τηλεοπτική του πορεία, με εκπομπή για παιδιά η οποία του προσέφερε πλούσια εμπειρία. Ο κος Δημόπουλος μας έκανε την τιμή να μας παρασχέσει το πλήρες κείμενο της ομιλίας του, χρήσιμο πιστεύω για κάθε γονιό.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ
«Συχνά αναρωτιόμαστε: Μιλάμε στα παιδιά μας για πράγματα δυσάρεστα, για πράγματα που φοβόμαστε πως θα τα αναστατώσουν ή θα τα τραυματίσουν; Μιλάμε για την αρρώστια, για την απώλεια, για τον θάνατο; Μιλάμε για τον πόλεμο, για την προσφυγιά;
Κάποτε, είχα ρωτήσει ένα μικρό παιδάκι στην εκπομπή που έκανα στην ΕΡΤ, το Ουράνιο Τόξο, τι δουλειά έκανε ο πατέρας του. Γυρίζει το παιδάκι με μια απίστευτη άνεση και μου λέει: εμένα ο πατέρας μου έχει πεθάνει. Κοκάλωσα. Δεν ήξερα τι να πω. Σταμάτησα το γύρισμα.
Ήταν η μοναδική φορά που σταμάτησα το γύρισμα. Κι ύστερα κατάλαβα. Το παιδί εκείνο είχε αποδεχτεί το γεγονός, το είχε κατανοήσει, είχε συμφιλιωθεί μαζί του, και ξέρετε γιατι; Γιατί τα παιδιά είναι πολύ πιο σκληρά απ’ ό,τι πιστεύουμε, πολύ πιο ώριμα και δεν κουβαλάνε βαρίδια κλισέ όπως εμείς οι μεγάλοι. Είναι σε θέση να αφομιώσουν σχεδόν τα πάντα. Άρα, ναι: σαφώς και μιλάμε στα παιδιά για όλα αυτά που εμείς νομίζουμε πως είναι ταμπού. Αλλά μιλάμε, καθόμαστε, εξηγούμε, αναλύουμε...
Κι εδώ έρχεται το δεύτερο ερώτημα: Πώς μιλάμε στα παιδιά για όλα αυτά; Με ποιον τρόπο; Δεν υπάρχει παρά μόνον ένας. Με αγάπη. Δεν θα πω τίποτα άλλο, παρά μονάχα πως ο Μερκούριος Αυτζής μιλάει στα παιδιά για ένα θέμα δύσκολο, δυσάρεστο, με αγάπη.
Και τώρα στα παιδιά, τα παιδιά που μαζεύτηκαν εδώ σήμερα για ν’ ακούσουν την ιστορία της Γιασμίν.
Πριν από πολλά πολλά χρόνια – εσείς δεν είχατε γεννηθεί, δεν είχαν γεννηθεί ούτε οι γονείς σας, δεν είχαν γεννηθεί ούτε κι οι παππούδες σας, η δική μου η γιαγιά έφτασε στην Ελλάδα από απέναντι, από την Τουρκία, απ’ τη Σμύρνη. Ήταν πρόσφυγας. Και τι πα’ να πει πρόσφυγας, θα με ρωτήσετε.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Πρόσφυγας είναι κάθε άνθρωπος που για διάφορους λόγους αναγκάζεται να αφήσει την πατρίδα του και να ψάξει σ’ έναν άλλον τόπο μια καλύτερη τύχη, μια καλύτερη ζωή. Είτε γιατί υπάρχει πόλεμος, είτε γιατί κάποιοι τον κυνηγούν και θέλουν να του κάνουν κακό, ο πρόσφυγας δεν έχει άλλη λύση παρά ν’ αφήσει πίσω τον τόπο του, το σπίτι του, τη γειτονιά του. Ν’ αφήσει πίσω τους φίλους και τους δικούς του πολλές φορές, ν’ αφήσει πίσω για πάντα όλα όσα αγάπησε, τα τοπία, τις μυρωδιές, τις γεύσεις και να βρεθεί σε τόπο άγνωστο και ξένο.
Δεν είναι εύκολο να είσαι πρόσφυγας.
Η γιαγιά μου το έμαθε καλά αυτό. Ήρθε εδώ, στην Αθήνα, με πέντε παιδιά, χωρίς την περιουσία της, χωρίς γνωστούς και φίλους, χωρίς τίποτα. Και με πίστη, πείσμα, κόπους, αγώνες και αγάπη έφτιαξε εδώ μια καινούργια ζωή. Εδώ μεγάλωσε τα παιδιά της, μαζί και τη μάνα μου κι έτσι κι εγώ γεννήθηκα εδώ από γενιά προσφύγων...
Ηρωίδα του βιβλίου μας είναι η Γιασμίν. Γιασμίν πα’ να πει γιασεμί κι όλοι ξέρουμε πόσο όμορφο λουλούδι είναι το γιασεμί και πώς μοσχοβολάει. Γι’ αυτό άλλωστε τη βγάλανε Γιασμίν οι γονείς της και γι’ αυτό τη φωνάζανε χαϊδευτικά «λουλούδι μου».
Μόνο που εκεί που έμενε η Γιασμίν με τους γονείς της, μια μέρα όλα γύρισαν ανάποδα: τα πίσω μπρος και τα πάνω κάτω. Οι μέρες γίναν σκοτεινές, κατάμαυρες απ’ τους καπνούς που έκρυβαν τον ήλιο κι οι νύχτες λάμπαν κατακόκκινες απ’ τις φωτιές που έκαιγαν τριγύρω. Το χώμα ήταν πικρό και παγερό σαν πέτρα και πουθενά δεν έβρισκαν μέρος για να σταθούν, ούτε η Γιασμίν, ούτε οι γονείς της, μα ούτε κι η αγαπημένη της σκυλίτσα, η Σελήνη.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Η Γιασμίν φοβότανε πολύ, μα οι γονείς της πάντα την καθησύχαζαν λέγοντάς της πως «όλα καλά θα πάνε».
«Όλα καλά θα πάνε, λουλούδι μου, θα δεις!» Μα ο πόλεμος δεν ακούει πάντα τις ευχές μας κι ούτε βέβαια μας κάνει τα χατίρια μας. Κι οι μέρες που περνούσαν συνέχιζαν να είναι σκοτεινές κι οι νύχτες να φωτίζονται απ’ τις φλόγες.
Και τότε η Γιασμίν και οι γονείς της πήραν τη μεγάλη, τη δύσκολη απόφαση να φύγουν. Ν’ αφήσουν πίσω τους για πάντα όλα όσα αγάπησαν, τα τοπία, τις μυρωδιές, τις γεύσεις και να κινήσουν για τόπους άγνωστους και ξένους με την ελπίδα πως «όλα καλά θα πάνε».
Κι έτσι ξεκίνησαν μια μέρα και πήραν το δρόμο της προσφυγιάς, χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει.
Δε θα σας φανερώσω το τέλος του παραμυθιού. Πρέπει εσείς να το ανακαλύψετε, διαβάζοντας την ιστορία της Γιασμίν.»
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΣ ΑΥΤΖΗΣ
Κάθε λογοτεχνικό βιβλίο κρύβει μέσα του μικρές και μεγάλες αλήθειες. Και μπορούμε να πούμε πως είναι ο καθρέφτης του εσωτερικού
κόσμου του συγγραφέα ή καλύτερα ο καθρέφτης της ψυχικής του διάθεσης τη στιγμή που το γράφει.
Αυτό ακριβώς συνέβη και με τη Γιασμίν. Γράφτηκε σε μια περίοδο μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης. Πριν από ενάμιση χρόνο περίπου, συγκεκριμένα τον Γενάρη του 2016, τότε που τα ΜΜΕ μας βομβάρδιζαν με όλες εκείνες τις φριχτές εικόνες της προσφυγιάς.
Ακόμα θυμάμαι τις λαστιχένιες βάρκες τις γεμάτες ταλαίπωρους ανθρώπους, γέρους, γυναίκες, παιδιά… Τα ξεβρασμένα κορμιά στις ακτές. Τα γεμάτα θλίψη και απόγνωση μάτια των παιδιών. Αλλά και τους πρόσφυγες στα κέντρα περίθαλψης τότε με τις άθλιες υποδομές και τους τόνους λάσπης… Τις εικόνες με τους φράχτες και τα αγκαθωτά συρματοπλέγματα που όρθωσαν στα σύνορά τους οι βορειότεροι από μας και που δυστυχώς ακόμα έχουν ορθωμένα. Και φυσικά θυμάμαι τις εικόνες με τους απλούς ανθρώπους των νησιών και των πόλεών μας που άνοιξαν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους σ’ αυτούς τους ανθρώπους...
Η Γιασμίν γράφτηκε σε μια στιγμή έντονης συναισθηματικής φόρτισης, όταν δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Πώς όμως να μιλήσεις στο παιδί για ένα τόσο καυτό ζήτημα; Με ποια λόγια και με ποιο τρόπο; Φυσικά δεν μπορείς και να μην μιλήσεις. Ούτε να αφήσεις όλες αυτές τις φριχτές εικόνες να βαραίνουν την ψυχή του. Όχι. Ο συγγραφέας όταν έχει να πει κάτι το λέει. Το γράφει. Γράφει γιατί έχει την ανάγκη να επικοινωνήσει με τους αναγνώστες του. Και γράφει με ειλικρίνεια, λέγοντας την αλήθεια, χωρίς να επικαλύπτει την πραγματικότητα, αλλά και χωρίς να φορτώνει την ψυχή του παιδιού με βαρίδια. Δίνει πάντα την αισιόδοξη πλευρά της ζωής. Γιατί μπορεί στη ζωή μας να φαίνεται πως τις περισσότερες φορές νικάει το κακό, στην πραγματικότητα όμως ο τελικός θριαμβευτής είναι το ΚΑΛΟ. Αυτό νικάει. Κι αυτό προσπάθησα να δώσω με το συγκεκριμένο μου βιβλίο. Για να μάθει το παιδί αναγνώστης και μέσα απ’ τη δική μου γραφή τι είναι ο πόλεμος, τι είναι η προσφυγιά.
Άλλωστε το θέμα του πολέμου και της προσφυγιάς δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Αυτά τα δυο δεν έχουν σύνορα. Ούτε πατρίδα. Και σε μας τους Έλληνες είναι γνωστά και τα δυο. Την προσφυγιά τη γνώρισαν οι παππούδες μας…
Προσωπικά με το θέμα της προσφυγιάς ήρθα σε επαφή όταν γνώρισα τη γυναίκα μου. Οι παππούδες της, και από τους δύο
γονείς, ήταν Πόντιοι που το 1922 ήρθαν πρόσφυγες στη μητέρα Ελλάδα. Οι αφηγήσεις τους, ιδιαίτερα του παππού Γιάννη, παραστατικότατες.
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Χρόνια λοιπόν κυοφορούσε το θέμα στο μυαλό μου. Πέρσι όμως με όλες αυτές τις φριχτές εικόνες δεν άντεξε, βγήκε στην επιφάνεια και γεννήθηκε. Χάρη και σε μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα, ενός κοριτσιού σε φωτογραφία, που στο πρόσωπό της είδα την ηρωίδα μου, τη Γιασμίν. Και η Γιασμίν αν και έχει πατρίδα είναι παιδί του κόσμου…
Συρία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Χώρες της Αφρικής, πρώην Γιουγκοσλαβία, Μικρά Ασία, Πόντος, Σμύρνη…
Στο πρόσωπό της εικονίζονται όλα τα παιδιά του κόσμου, που το μόνο που θέλουν είναι τα βασικά για να ζήσουν: Φαγητό, ρούχα, στέγη, οικογένεια, υγεία, μόρφωση, αγάπη.
Άλλωστε αυτά δεν θέλουμε και όλοι μας;
Σας ευχαριστώ!
Μερκούριος Αυτζής, «Γιασμίν», εκδόσεις Ψυχογιός
Ένα κορίτσι, η Γιασμίν... Ένας σκυλάκος, ο Χνούδης... Τα βλέμματά τους θα ανταμώσουν κι αμέσως μια πολύτιμη αγάπη θ’ αρχίσει να γεννιέται.

Η Γιασμίν είναι προσφυγάκι και δεν έχει γονείς. Τους έχασε στο ταξίδι τους προς την ελευθερία... Ο Χνούδης ζει σ’ ένα σπίτι όπου περισσεύει η αγάπη... Στο σπίτι αυτό, κοντά σε ανθρώπους που ξέρουν να αγαπούν, η Γιασμίν θα αρχίσει μια ζωή από την αρχή.
Ο Μερκούριος Αυτζής γεννήθηκε στην Ξεχασμένη Ημαθίας. Σπούδασε παιδαγωγικά και θέατρο και είναι κάτοχος Μaster Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και από το 1987 εργάζεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Την οχταετία 1997-2005 ασχολήθηκε με το παιδικό θέατρο ως εμψυχωτής στο θεατρικό εργαστήρι του Δήμου Μάνδρας Αττικής. Από το 1994 γράφει βιβλία για παιδιά και νέους. Έχει βραβευτεί τρεις φορές από τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά για τα έργα του: "Το τραγούδι του κότσυφα", "Ο Σοφούλης της Βίβλιπουτ" και "Αν τα παιδιά χτίζαν το αύριο". Πήρε μέρος ως εισηγητής σε συνέδρια παιδικής λογοτεχνίας. Μετέχει ενεργά στον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (Ελλ. Τμήμα της IBBY) από το 1998 και από το 2002 εκλέγεται σύμβουλος και έφορος στο Δ.Σ. αυτού.