να προσπαθεί και φυσικά να στέλνει κατά καιρούς - με ψευδώνυμο
όπως είναι καθιερωμένο - τα έργα του στη Συντροφιά. Πήρε Έπαινο
πήρε και βραβείο, κι αφού πια επιβεβαιώθηκε αρκούντως, τράβηξε
το μοναχικό του δρόμο με θέματα για το περιβάλλον, τις παραδό-
σεις, τους καλικάντζαρους, τα βιβλία, τις μαμάδες που πάνε
σχολείο κ.ά.
Ήθελα να εξηγήσω γιατί τον χαρακτήρισα ανήσυχο δάσκαλο και συγγραφέα γι αυτό έκρινα απαραίτητο να κάνω αυτή τη μικρή βιογραφική εισαγωγή.
Είμαι εδώ για να σχολιάσω το καινούριο του βιβλίο κοινωνι-
κού προβληματισμού. Ο τίτλος του πολύ επιτυχημένος. Αναδεικνύει τη λαχτάρα του "διαφορετικού" παιδιού να παίξει με τα
γειτονόπουλά του. Εκείνο το "μόνο"
είναι ευρηματικό και
εν πολλοίς συγκινητικό. Και το διαφορετικό παιδί θέλει παρέα
στο παιχνίδι για να το απολαύσει, όπως κάθε παιδί.
Η αφήγηση στον ενεστώτα. Όλα γίνονται τώρα, σαν να τα
βλέπουμε μπροστά μας.. Με ύφος λιτό, χωρίς περιττά παραγεμί-
σματα, διαγράφονται οι χαρακτήρες των τριών πρωταγωνιστών,
των τριών δηλαδή παιδιών.
Ο Μάνος είναι ένα μογγολάκι, πάντα χαμογελαστό, έτοιμο
να κάνει φιλίες. Απόλυτα σωστός και φυσιολογικός. Και μόνο
που παίζει τα μάτια του σπιθίζουν από χαρά.
Αντίθετα, η συμπεριφορά των δύο φυσιολογικών παιδιών,
της Άννας-Μαρίας και του Αλέξη, είναι τελείως αρνητική.
Η Άννα-Mαρία δείχνει με κάθε τρόπο την αντιπάθειά της γι'
αυτό το παιδί, την ενοχλεί, προσπαθεί να το αποφύγει, και
βέβαια προτιμά τον Αλέξη, τον ψιλόλιγνο, ξανθό της γείτονα,
τον αρχηγό στα παιχνίδια της παρέας που όμως στη συνέχεια
αποκαλύπτεται παλικάρι της φακής.
Από την περιγραφή του σκηνικού, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται
ότι το επεισόδιο συμβαίνει σε μια εξοχική τοποθεσία. Το
μαρτυρούν και το βεβαιώνουν ο φράχτης με τα βατόμουρα, το
ποταμάκι, τα λιμνάζοντα νερά με τα νούφαρα,οι βάτραχοι,οι πεταλούδες στις όχθες, οι καλαμιές.
Τo "διαφορετικό" παιδί,
ο Μάνος έχει άμεση σχέση με τη
φύση. Είναι θαρρείς ενσωματωμένο μαζί της. Δεν φοβάται να
πιάσει μικρές σαύρες. Έχει ανακαλύψει αμέτρητες πεταλούδες
σ' ένα σημείο πίσω από τα δέντρα, τη στιγμή που τα άλλα δυο
παιδιά έχουν προμηθευτεί απόχες για να τις σκλαβώσουν.
Ο Μάνος αντιδρά. Τους δίνει ένα
οικολογικό μάθημα,
αυθόρμητο, που κανένας δεν τουυυ υπέβαλε. Οι πεταλούδες
ψοφάνε όταν τις πιάσεις. Χαλάνε τα φτερά τους. Τους το
λέει με τον τρόπο του, με
συντομία, με την γλωσσική του
αδυναμία.
Ύστερα από διάφορα που εκτυλίσσονται στη βόλτα στο
ποτάμι, τελικά η συμφιλίωση επέρχεται. Τα τρία παιδιά
γίνονται ενσυνείδητα μια φιλική παρέα. Βρέχουν τα πόδια τους
στο ποταμάκι κι ο Μάνος με την αγνότητα και την αθωότητά του
βρίσκει την ευκαιρία να εκφράσει το θαυμασμό του για την
ομορφιά που βλέπει στα πρόσωπα των άλλων δύο παιδιών,
καθώς τα μουτράκια τους καθρεφτίζονται στο νερό.
Στο
βιβλίο υπάρχουν και δύο μητέρες.
Για
τον επιπόλαιο αναγνώστη
εμφανίζεται μόνο η μία.
Η
μητέρα. της Άννας-Μαρίας από την πρώτη κιόλας σελίδα την
προτρέπει: n Να είσαι καλή με το Μάνο και να παίζετε
οι δυο
σας:"
Για τον Προσεκτικό όμως αναγνώστη υπάρχει κα η μητέρα
του Μάνου, αθέατη, απόλυτα όμως θεατή με το ρόλο που έχει
παίξει
στο μεγάλωμα του παιδιού της. Ο Μάνος έχει καλή
κοινωνική συμπεριφoρά, γιατί η μητέρα του, η οικογένειά του,
αν θέλετε, δεν τον έχει κλείσει στο σπίτι, πίσω από τις
κουρτίνες για διάφορους κοινωνικούς
λόγους, όπως συνηθίζεται
στην
Ελλάδα. Τον έχει αφήσει να "κυκλοφορεί", όπως τα
"φυσιολογικά" παιδιά, να παίζει με τα χαλίκια στο πεζοδρόμιο,
να βουτά τα ποδαράκια του στο ποτάμι, να μιλά με τα βατράχια
και τις πεταλούδες, να κάνει ακόμα και φάρσες. Έχει απεγκλωβίσει το παιδί. Έχει κάνει τα σωστά προς τα
έξω ανοίγματα.
Η συμπεριφoρά των δύο μαμάδων στο βιβλίο του κ. Αυτζή είναι άψογη. Συμπεριφέρονται όμως όλες οι μητέρες το ίδιο;
Το περιεχόμενο του βιβλίου θέτει επί τάπητος ένα μείζον
θέμα. Πόσο είναι άραγε δυνατή η συνύπαρξη παιδιών, όταν
υπάρχουν γνωστικά και γλωσσικά προβλήματα και πολλές φορές
διεγερτική συμπεριφορά σε μια τάξη, σ' ένα χώρο, σε μια γειτονιά;
Από τη λίγη εμπειρία μου, γνωρίζω ότι τα " κανονικά"
παιδιά σ' ένα μεγάλο ποσοστό είναι. «ώριμα» να
αγκαλιάσουν
οποιαδήποτε διαφορά τούς επισημανθεί με σωστό τρόπο από
τους δασκάλους ή από γονείς.
Αυτό το βιβλίο διδάσκει ένα τρόπο. Πολύ λίγα παιδιά
γνωρί-
ζουν τι σημαίνει παιδί με σύνδρομο ντάουν. ο ζωγράφος του
βιβλίου, ο κ. Νικόλας Ανδρικόπουλος, έχει πετύχει τέλεια την αναπαράσταση ενός τέτοιου παιδιoύ.
Κάποιος λoιπόν πρέπει να τους το εξηγήσει, να γνωρίσουν
το πρόβλημα και μετά από συζήτηση και επιχειρηματολογία να το στηρίξουν. Να καταλάβουν ότι πρωταρχικό έργο για
μας
είναι να ενσωματωθούν
τα διαφορετικά παιδιά στην κοινωνία.
Τα παιδιά είναι πλάσματα που προετοιμάζονται να γίνουν
μεγάλοι. Εμείς οι μεγάλοι είμαστε εκείνοι που θα τα κατευθύ-
νουμε αποφασιστικά να μεγαλώσουν. Κατά ένα μεγάλο ποσοστό τα παιδιά αναπτύσσονται και εξελίσσονται ανάλογα με τη δική
μας ευφυΐα. Την ευφυΐα των μεγάλων, δηλαδή το περιβάλλον
του. Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που ζουν.
Δέει ένα ωραίo κείμενο:
Αν ένα παιδί ζει με κριτική, μαθαίνει να καταδικάζει.
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα, μαθαίνει
να καβγαδίζει.
Αν ζει μέσα στην ειρωνεία, μαθαίνει να είναι ντροπαλό.
Αν ζει μέσα στην κατανόηση, μαθαίνει να είναι
υπομονετικό.
Αν ζει μέσα στην ενθάρρυνση, μαθαίνει την εμπιστοσύνη,
Αν ζει μέσα στην παραδοχή και τη
φιλία,
μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη στον κόσμο.
Το βιβλίο του κ. Αυτζή εκεί αποσκοπεί. Εκεί καταλήγει.
Με την παραδοχή και τη φιλία τα γειτονόπουλα βρίσκουν την
αγάπη και τον τρόπο να συνυπάρξουν.
Ακούστε μια από τις τελευταίες παραγράφους:
"Ξαφνικά ένα πλατς από κάτι απρόσμενο ταράζει την ησυχία
του νερού. Πάνω του σχηματίζονται περίεργοι κύκλοι που
μεγαλώνουν. Τα πρόσωπα της Άννας Mαρίας και του Αλέξη αρ-
χίζουν να γίνονται αλλιώτικα, να δείχνουν σαν του Μάνου.
Το κορίτσι τρομάζει, το ίδιο και το αγόρι. Δεν αντέχουν στο θέαμα. Αμήχανα κρύβoυν τα πρόσωπά τους στις παλάμες τους.
- Μην κύβετε πρόσωπό σας: Ένα βαταχάκι ήταν, έφυε, τους
λέει ο Μάνος ατάραχος. Ελάτε! Σας αγαπάω!"
Τα παιδιά τρομάζουν διαπιστώνοντας ότι θα μπορούσαν
κι εκείνα να έχουν αλλιώτικο πρόσωπο, να είναι κι εκείνα
μογγολάκια.
Δεν γράφονται πολλά τέτοια βιβλία, στην Ελλάδα τουλάχιστον.
Είναι θέματα ταμπού, θέματα που καίνε. Δύσκολα θέματα.
Το « Θέλω μόνο να παίξω μαζί σου" είναι από μόνο του ένα
δείγμα αλλαγής αντιλήψεων απέναντι στο παιδί με ειδικές
ανάγκες. Δείχνει να συντελείται μία πρόοδος, πρόοδος που
γίνεται με πολύ αργά βήματα και στο κοινωνικό κατεστημένο,
αλλά πάντως γίνεται.
Οι συγγραφείς μέσα στην πλοκή του έργου δεν αντιμετωπίζουν
το παιδί με ειδικές ανάγκες με όλες τις ιδιότητες που έχει,
αλλά κάπως συγκαλυμμένα. Εδώ συμβαίνει το αντίθετο. Καμιά δεν κρύβεται. Τα μάτια, η πλακουτσωτή μύτη, η αδυναμία της
ομιλίας. Ο Μάνος όμως με τις λίγες νοητικές ικανότητες, έχει
καλύτερη κοινωνική συμπεριφoρά από τα άλλα παιδιά, τα "φυσιολογικά".
Επειδή πιστεύω ότι κάθε βιβλίο έχει το δικό του αστέρι, εύχομαι
το αστεράκι του Μάνου να είναι πολύ φωτεινό και να διαγράψει
μια λαμπερή πορεία στον ουρανό των παιδικών βιβλίων.